Τους ηγέτες δεν τους αναδεικνύουν τα διδακτορικά, αλλά η φιλοπατρία
«Κοινωνίες με ριζικά αποδυναμωμένη και φθαρμένη εθνική συνείδηση δεν έχουν πεδίο στρατηγικής λογικής, θέτουν σε κίνδυνο την ιστορική τους ύπαρξη, περιθωριοποιούνται στην διεθνή σκακιέρα». Ποιος το γράφει αυτό; Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, στο περιβόητο βιβλίο του «Το στρατηγικό βάθος», ο ακαδημαϊκός που ευτύχησε να δει οι σκέψεις του να μεταμορφώνονται σε κυρίαρχο δόγμα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Ο πανέξυπνος Ερντογάν, άνθρωπος μέτριας παιδείας - οι νεανικές του σπουδές περιορίστηκαν σε μεντρεσέδες (=μωαμεθανικά διδασκαλεία) - αναπλήρωσε αυτήν του την θεωρητική του υστέρηση και αγραμματοσύνη, υιοθετώντας την θεωρία του Νταβούτογλου, την οποία επένδυσε με τον μανδύα του Ισλάμ. (Τους ηγέτες δεν τους αναδεικνύουν τα διδακτορικά και τα φανταχτερά βιογραφικά, αλλά η φιλοπατρία, το σέβας στην παράδοση του λαού τους, η οξυδέρκεια και η αποφασιστικότητά τους να υπερασπιστούν πάση θυσία τα εθνικά δίκαια. Αυτά δεν διδάσκονται ούτε στα κολέγια ούτε στα Χάρβαρντ).
Έκτοτε η Τουρκία αυξάνει συνεχώς τις επεκτατικές της φιλοδοξίες, ο Ερντογάν κατέστη «διεθνής παίκτης, όπως αρέσκονται να τον αποκαλούν οι ημέτεροι «συνήθεις χάσχακες», οι οπαδοί του δόγματος της «αψόγου στάσεως» και του ηττοπαθούς «κατευνασμού».
Πρόσφατα έγινε ο τραγελαφικός ανασχηματισμός. Περιμέναμε μήπως εκπαραθυρωθεί η παταγωδώς αποτυχημένη υπουργός Παιδείας. Ελπίζαμε, αμυδρότατα, μήπως αναλάβει επιτέλους κάποιος άνθρωπος, που θα κατανοεί ότι το πρόβλημα της Παιδείας δεν είναι οι «εργαστηριακές δεξιότητες» και «τα πολλαπλά βιβλία», αλλά η ριζική αλλαγή του εκπαιδευτικού μοντέλου, η επιστροφή στην ανθρωποποιό αποστολή της Παιδείας. Να αντιλαμβάνεται ότι το σχολείο δεν είναι χώρος εξουδετέρωσης κοινωνικών αδικιών και ταξικών ανισοτήτων ούτε υποδοχής και ένταξης «προσφύγων και μεταναστών», αλλά χώρος που αποβλέπει να εμφυσήσει στα Ελληνόπουλα – κατάντησαν μια νεολαία χωρίς μνήμη- πίστη και αγάπη για την πατρίδα, να τους προσφέρει πρότυπα ζωής, να τους γνωρίσει τα ελαττώματα και τα προτερήματα της φυλής, να ενεργήσει, με έναν λόγο, εντός τους διαπλαστικά ως κατ’ εξοχήν παράγοντας αυτοσυνειδησίας και εθνικής ταυτότητας. (Η ουσιωδέστερη και σημαντικότερη αποστολή της Παιδείας, είναι η ένταξη των νέων στο παρελθόν).
Τώρα για να συνδέσω τις δύο προαναφερόμενες παραγράφους. Όπως είναι γνωστό το 2000, ο τότε υπουργός των Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου - «δυστυχία σου Ελλάς…» - υπέγραψε με τον Τούρκο ομόλογό του Ισμαήλ Τζεμ, πολιτιστική συμφωνία, που προέβλεπε την σύσταση Μεικτής Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, με σκοπό, μεταξύ άλλων, να μελετήσει και να ανταλλάξει τα σχολικά βιβλία των δύο χωρών και να προτείνει την «διόρθωση ανακριβειών», να αφαιρεθούν εν ολίγοις οι αναφορές που καλλιεργούν την εχθρότητα και την καχυποψία. Έτσι ψηφίστηκε ο νόμος «2929» που κύρωσε την διακρατική συμφωνία. Ως συνήθως η Τουρκία ουδέν έπραξε, τα σχολικά της βιβλία συνεχίζουν να δηλητηριάζουν τους μαθητές της με μίσος κατά της Ελλάδας, συνοδευόμενο με ισχυρές δόσεις υπεροψίας για την «ευτυχία να είσαι Τούρκος», ο οποίος περίπου εκπολίτισε την οικουμένη. Αυτό δεν ξαφνιάζει. Έτσι εννοούν την τόνωση της εθνικής συνείδησης, ναζιστικής κοπής. «Ο Τούρκος και γεφύρι να γενεί, πάνω του μην περάσεις», διδάσκει μια παλιά παροιμία. (Βιβλίο υποχρεωτικό στα τουρκικά σχολεία είναι «τα δίκαια της Τουρκίας στο Αιγαίο». Στο οποίο αναγράφεται ότι «τα νησιά του Αιγαίου βρίσκονται σήμερα υπό ελληνική κατοχή», αυτό, δηλαδή που συνεχώς διακηρύσσει ο ισλαμοφασίστας Ερντογάν και το ζοχαδιακό φερέφωνό του, κάποιος Χουλαχούπ ή Χουλουσί… κάτι τέτοιο τέλος πάντων).
Οι ημέτεροι, κατά το εγκληματικώς ανόητο συνήθειό τους, ωσάν καλές μαθητριούλες, έσπευσαν να «διορθώσουν» τα βιβλία, Ιστορίας, Γλώσσας και Θρησκευτικών, τα τρία ακριβώς μαθήματα που προσφέρουν ταυτότητα, συντηρούν την μνήμη και καλλιεργούν την εθνική συνείδηση. Αντί να αναμένουν κινήσεις συμμορφώσεως και των Τούρκων στην διακρατική συμφωνία, ανέθεσαν σε «προφεσόρισσες», τύπου Ρεπούση, Κουλούρη και Σία, να μας αλλάξουν τα φώτα ή καλύτερα να μας βυθίσουν στα εθνομηδενιστικά σκοτάδια και τις ημιμαθείς ιδεοληψίες τους. Πράγμα που ακόμη κυριαρχεί στην εκπαίδευση, αν και οι Τούρκοι ούτε φύλλο συκής πια δεν τηρούν και εκτοξεύουν νυχθημερόν απειλές.
Θυμίζει η στάση των υπευθύνων για την παρεχόμενη Παιδεία και η επιμονή τους στην διαγραφή ή χειρότερα στην διαστρέβλωση του παρελθόντος τους πιθήκους- τις παλαιότερες εποχές –που πάθαιναν τέτοια υπαρξιακή εξουθένωση, ώστε κι όταν ο γύφτος σταματούσε να χτυπά το ντέφι, αυτοί συνέχιζαν να χορεύουν, κοιτάζοντάς τον με λαγνεία στα μάτια. Πώς να εξηγηθεί αλλιώς το ότι φρόντισαν, πριν ακόμη στεγνώσει το μελάνι της προδοσίας στις Πρέσπες, να μετονομάσουν το «ΦΥΡΟΜ», σε «Βόρεια Μακεδονία», σε όλους τους χάρτες των σχολικών βιβλίων, ενώ οι σκοπιανοί καγχάζουν και κωλυσιεργούν; Είναι τυχαίο πως στο βιβλίο Ιστορίας της Στ’ Δημοτικού, το «μεταρεπούσειο», γράφει στο κεφάλαιο των Βαλκανικών Πολέμων ότι «ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την Κεντρική και την ανατολική Μακεδονία», ενώ για την Ήπειρο και τα νησιά χρησιμοποιεί το σωστό ρήμα «απελευθέρωσε»; (Ο αείμνηστος Σαράντος Καργάκος, έγραψε κάποτε κάτι πολύ νόστιμο και ευφυές: «Το πονηρότερον, αλλά και το μάλα εξαπατώμενον εξ όλων των ζώων της γης είναι ο… Έλληνας, όπως έλεγε ο Ροϊδης. Εκείνο το “μάλα” εμείς το προεκτείναμε κατά μία συλλαβή, το κάναμε εθνικό προσωνύμιο» και χαρακτηριστικό της εξωτερικής μας πολιτικής).
Στην ίδια λογική, της «εξουθενωμένης μαϊμούς», εντάσσεται και το θέμα με την περιφερόμενη δυσοσμία, την «Αμάλ». Δεν θα σχολιάσω. Θα κλείσω με μια ωραία
εθνική παρέλαση, με άρωμα ελευθερίας, για να ανασάνουμε λίγο.
Στο βιβλίο του καθ. Ηλ. Οικονόμου -(σελ. 206)- «Κείμενα Πίστεως και Ελευθερίας», περιγράφεται ένα περιστατικό που διασώζει ο Φωτάκος στα «απομνημονεύματά» του.
Ο Παπαφλέσσας με τους αντρειωμένους του σπεύδει προς απελευθέρωση της Τριπολιτσάς. Καθ’ οδόν περνά μέσα από χωριά, για να δώσει θάρρος στο αιματοβαμμένο Γένος.
«...Καθώς έβλεπαν οι Έλληνες τας σημαίας και τους στρατιώτας, εσήμαινον των εκκλησιών τα σήμαντρα και οι μεν ιερείς έβγαινον ενδεδυμένοι τα ιερά άμφια και
με το Ευαγγέλιον ανά χείρας, οι δε Χριστιανοί άνδρες, γυναίκες και παιδία επαρακαλούσαν τον Θεόν να τους ενδυναμώνει. Ο Αρχιμανδρίτης (σ.σ. ο Παπαφλέσσας) μάλιστα εφορούσε μίαν περικεφαλαίαν και διά τούτο τον εκκύταζαν με πολλήν περιέργειαν οι άνθρωποι και τον εδέχοντο με μεγάλην υποδοχήν.
Είχε δε σημαιοφόρον ένα καλόγηρο θεόρατο, παπα-Τούρταν ονομαζόμενον, ο οποίος εκράτει ένα μεγάλο σταυρόν υψηλά εις τα χέρια και επήγαινε μπροστά εις το στράτευμα. Ο κόσμος εγένετο τοίχος και έκαμαν τον σταυρό τους, καθώς επέρνα ο καλόγηρος με το σταυρό».
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς